20/12/11

Μη πυροβολείτε όλους τους πιανίστες!


Όταν «εξυπηρετείται» το 142 κι εσύ κρατάς το 205 έχεις πολύ χρόνο στη διάθεσή σου. Κι όταν μάλιστα το 142 και οι αριθμοί που το ακολουθούν «εξυπηρετούνται» από ένα μόνο γκισέ, έχεις χρόνο και για γράψιμο.



Έβγαλα λοιπόν το πιστό μου Filofax© (μην ειρωνεύεστε, κάπου πρέπει να σημειώνω και το iPhone© έχει βραχεί από το τσίπουρο© του Ηλία) και, για τις επόμενες δυο ώρες της διαρκώς μειούμενης ζωής μου, άρχισα να γράφω.

Δεν περίμενα να το παραδεχτώ εγώ αυτό, αλλά τον τελευταίο καιρό που περνάω τα πρωινά μου μεταξύ Εφορίας, ΙΚΑ και ΟΑΕΔ, οφείλω να ομολογήσω πως όλοι οι υπάλληλοι με τους οποίους είχα την τύχη (γιατί χαρά δεν το λες και γι’ αυτό βέβαια ευθύνονται οι συνθήκες κι όχι οι έρμοι οι άνθρωποι) να συνδιαλλαγώ ήταν προσηνείς, καλοί γνώστες της δουλειάς τους και ικανοί. Αν μιλούσαν και λίγο δυνατότερα…

Μόνο μια κυρία, στη ΔΟΥ Γλυφάδας, μου ‘κανε λίγο δυσκοίλια, αλλά παρά δυο ακόμη χαμένες ώρες σε ουρά που κινούταν με ταχύτητα παγετώνα, χάρη στη μεγαλοθυμία μου το παρέβλεψα και τελικά τη σκλάβωσα κι αυτή με την έμφυτή μου ευγένεια. Λυπάμαι όμως που παρά τις προσπάθειές μου, προσπάθειες κύρια έκφανση των οποίων ήταν το λαμπερό μου ολόδοντο χαμόγελο, δεν κατάφερα να λύσω το πρόβλημα που φαίνεται πως βασάνιζε αυτή και τα σωθικά της.

Πάντως, ειδικά αυτές τις μέρες που ο χρόνος τελειώνει και ο αναβλητικός νεοέλληνας τα αφήνει όλα στο παρά πέντε, δυο με δυόμιση ώρες τις θες στις περισσότερες δημόσιες υπηρεσίες. Και να ‘ταν και στην καθισιά σου… Δυστυχώς, αυτοί είναι οι ρυθμοί με τους οποίους κινείται σήμερα η χώρα.

Αλλά είναι και στιγμές που εκπλήσσεσαι ευχάριστα. Στον ΟΑΕΔ, για παράδειγμα. Την πρώτη φορά που πήγα, προσευχόμενος ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί, είχε δυο σειρές με καμιά 20αριά σκοτισμένους μεσήλικες η καθεμιά. Τη δεύτερη, ήμουν μόνος μου. Όπως και την τρίτη. Να δούμε πως θα ‘ναι και κάθε μήνα που θα πρέπει από τώρα να πηγαίνω… Με την αφορμή, κάποια στιγμή θα γράψω πώς βρίσκεται κανείς από την Bentley στο ταμείο ανεργίας, αλλά δεν είναι του παρόντος.

Εν τω μεταξύ, πίσω στο ΙΚΑ Γλυφάδας, στο μοναδικό γκισέ ήταν τώρα η πλάτη τού 148 και περίμενα να «σπάσουμε την πενηντάρα». Αλλά μ’ έζωναν και τα φίδια γιατί απέξω έγραφε «Ώρες Συνδιαλλαγής Με Το Κοινό 08:00-13:00» και όπου να ‘ναι ερχόταν η δεκάτη τρίτη.

Μην έχοντας και πολλά να κάνω, αναζητούσα τη λογική που με οδήγησε, αν και απείχα 60 και βάλε νούμερα από το τώρα, να κάτσω και να περιμένω. Το σκεπτικό μου είχε ως εξής: αντίθετα με άλλες δημόσιες υπηρεσίες προικισμένες με αριθμούς προτεραιότητας (η ΔΟΥ Γλυφάδας παρεμπιπτόντως δεν τους έχει ανακαλύψει ακόμη) αλλά και τα τυριά του Σκλαβενίτη, εκεί που βρίσκεται το ΙΚΑ της Γλυφάδας, αν πάρεις ένα αριθμό και φύγεις για να επιστρέψεις ρισκάροντας αργότερα, δεν μπορείς να κάνεις και πολλά. Εντάξει, μπορείς να βάλεις βενζίνη στο πρατήριο δίπλα, να αγοράσεις ένα Π από τα ορθοπεδικά λίγο πιο κάτω, ή ν’ ανάψεις ένα κερί στον Άγιο Κωνσταντίνο, μεγάλη η χάρη του.

Έτσι, κάποιος που βλέπει (α) στο matrix το 142, (β) στο ευτελές χαρτάκι που ξέρασε το μηχάνημα το 200-φεύγα και (γ) ένα μόνο γκισέ με σημάδια ζωής, είτε φεύγει βροντώντας πίσω του την πόρτα και κατεβάζοντας καντήλια, είτε μένει υπολογίζοντας, σοφά στην περίπτωσή μου, πως τα περισσότερα από τα νούμερα που μεσολαβούν μέχρι το δικό του θα ‘χαν ήδη καταθέσει τα όπλα και φύγει. Βροντώντας πίσω τους την πόρτα και κατεβάζοντας καντήλια. Σε κάθε περίπτωση, όσο αποτελεσματικός κι αν αποδειχτεί κάθε υπάλληλος κι όσο προετοιμασμένος κι αν έχει προσέλθει κάθε υπήκοος, καλό είναι εσύ που περιμένεις, να ‘χεις έναν Τολστόι πρόχειρο, ή έστω έναν Ουγκώ. Και να μην έχεις πιει και πολλά υγρά το πρωί…

Στο Μητρώο Ασφαλισμένων λοιπόν θα πρέπει να έχει πέντε έξι γραφεία και τρία, αν θυμάμαι καλά, παράθυρα εξυπηρέτησης. Το μεσημέρι όμως εκείνο, λίγες μέρες πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων και πιθανόν με κάποιους από τους υπαλλήλους σε άδεια, σε όλο το τμήμα, μέσα κι έξω, υπήρχε ένας μόνο άνθρωπος – κάποια στιγμή εμφανίστηκε και μια κυρία με μερικές σακούλες ψώνια, αλλά δεν επηρεάζει την ιστορία μας.

Είχα την χαρά (εδώ το εννοώ το «χαρά») να κάθομαι ακριβώς απέναντί του. Κι έχω μόνο θαυμασμό γι’ αυτόν. Όχι, αλήθεια! Ποιος ξέρει; Να δείτε που στο Μητρώο μπορεί και να ‘χουν δυο βάρδιες – η μια αυτός και η άλλη όλοι οι άλλοι. Ο άνθρωπος σκιζόταν. Τα έκανε όλα! Εξυπηρετούσε υπηκόους, σήκωνε τηλέφωνα, έβαζε στη θέση τους ανυπόμονους προβοκάτορες γκρινιάρηδες, απαντούσε σε ερωτήσεις εμβολίμων εκτός σειράς (ξέρετε, του τύπου «μια ερωτησούλα να κάνω») κατακεραυνώνοντας όμως και παραπέμποντας στα νούμερα τα νούμερα που επιχειρούσαν να μετατρέψουν την «ερωτησούλα» σε διαπραγμάτευση.

Κι όλα αυτά, όντας ευγενής και συνάμα ψαρωτικός, πολύ ψαρωτικός. Ποια διαμαρτυρία και ποια αντίρρηση, αγαπητοί; Οι αντρικές πλάτες και τα γυναικεία οπίσθια μπροστά μου εναλλάσσονταν ταχύτατα. Ή θα γινόταν η δουλειά, ή δεν θα γινόταν. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υπήρχε. Ούτε μια φορά δεν άκουσα «τι να σας κάνω κι εγώ, έτσι μας έχουν πει να λέμε», «για δώστε μου να το ξαναδώ μήπως…» και τέτοια. Φαινόταν πως ήξερε τη δουλειά απέξω κι ανακατωτά, σαν να την έκανε 40 χρόνια – που μπορεί και να ‘ναι και το πιθανότερο, εδώ που τα λέμε.

Η μόνη ανησυχία που είχα παρατηρώντας τον κ. Χαράλαμπο Κ. (το επίθετο του αποτελεσματικότερου δημόσιου υπάλληλου που έχω γνωρίσει ποτέ είναι στη διάθεση του γράφοντος και κάθε καλόπιστου αναγνώστη) ήταν μήπως και παραδώσει το πνεύμα ο υπερκινητικός του εκτυπωτής. Ή το συρραπτικό. Ή όλο το σύστημα του ΙΚΑ, έτσι που το ‘τρεχε...

Είχε προ πολλού περάσει η μια και ο κ. Κ. συνέχιζε να εργάζεται, να πληροφορεί, να βοηθάει. Στις 2 παρά τέταρτο, 45 λεπτά μετά το πέρας των ωρών συνδιαλλαγής με το κοινό, έφτασε και η σειρά τού 205. Όπως ήξερα ότι θα συμβεί, εξυπηρετήθηκα (χωρίς κανένα εισαγωγικό εδώ) μέσα σε δυο λεπτά.

Τελειώνοντας, ζήτησα από τον καλό άνθρωπο το όνομά του γιατί ήθελα, είπα, να γράψω κάτι γι’ αυτόν. Δεν με ρώτησε αν θα ‘ναι για καλό ή για κακό. Μου το ‘δωσε γραμμένο σ’ ένα χαρτί, ενώ φεύγοντας σαν να τον είδα να χαμογελάει. Αλλά μπορεί να κάνω και λάθος… 

ΒΧ

2 σχόλια:

  1. "Κάποια στιγμή θα γράψω πώς βρίσκεται κανείς από την Bentley στο ταμείο ανεργίας". Θα σου πω εγώ Βασίλη πως βρίσκεσαι. Για να μην πλήττεις! Αυτή η χώρα δεν σ' αφήνει ποτέ να πλήξεις. Δυστυχώς, πάντοτε για αρνητικούς λόγους...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σωστό. Είχα αρχίσει να πλήττω και θα 'πρεπε να αισθάνομαι και λίγη ευγνωμοσύνη, είναι αλήθεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή