10/6/14

Τόσο καιρό…

Τόσο καιρό υποστήριζα τις “κυβερνήσεις του Μνημονίου” (ακόμη κι εκείνη του ΓΑΠ στην αρχή) γιατί πίστευα πως ο μόνος δρόμος μπροστά είναι οι μεταρρυθμίσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις, η δημοσιονομική προσαρμογή, ο φιλελευθερισμός και εν τέλει το λιγότερο κράτος.

Ακόμη το πιστεύω.

Τόσο καιρό έχω κατηγορηθεί ως συντηρητικός, ως δεξιός, ως φιλοβασιλικός, ως πασόκος... Αλλά δεν είμαι τίποτε παραπάνω από έναν σύγχρονο, προοδευτικό φιλελεύθερο που αγαπά την πατρίδα που τον μεγάλωσε, αλλά μισεί όλους αυτούς που μαγαρίζουν και αυτή και την ιστορία της.

Τόσο καιρό προσπαθούσα, και ακόμη προσπαθώ, να πείσω φίλους και γνωστούς πως το επάρατο Μνημόνιο δεν είναι η αιτία της συμφοράς που μας βρήκε, αλλά η συνέπεια αλόγιστων και υστερόβουλων δικών μας πολιτικών επιλογών.

Τόσο καιρό προσπαθούσα (ακόμη προσπαθώ) να εξηγήσω πως ακόμη κι αν οι “τοκογλύφοι δανειστές” μας χάριζαν όλο το χρέος και η μάγισσα Μιμ μας επέτρεπε να παραμείνουμε και στην Ευρώπη και στο ευρώ, επειδή είμαστε λαός μαγκιόρος και κιμπάρικος κι έχουμε προσφέρει τα πλείστα όσα στην ευρωπαϊκή υπόθεση, πάλι σαν τα μούτρα μας θα τα κάναμε.

Τόσο καιρό τρώω απ’ τα έτοιμα, που ευτυχώς υπήρχαν στη μπάντα για “κατοχές” όπως αυτή εδώ την οποία χρωστούσε στη δική μας μαλθακή, καλομαθημένη, αλώβητη γενιά η Ιστορία.

Τόσο καιρό πίστευα (ακόμη το πιστεύω) πως παρ’ όλη την αφάνταστα άδικη υπερφορολόγηση, είχαμε επιτέλους αρχίσει να βλέπουμε το λυχνάρι του διασώστη στην άλλη άκρη της σπηλιάς.

Τόσο καιρό πίστευα πως είχαμε επιτέλους απαλλαγεί από κηφήνες, φωνακλάδες, γυμνοσάλιαγκες πολιτευτές και φιλάρεσκους υπουργήσιμους γλείφτες παλιάς κοπής.

Τόσο καιρό πίστευα πως ο κ. Σαμαράς, τον οποίο αρχικά δεν πολυεκτιμούσα, θα αποδεικνύονταν τελικά φωτεινή εξαίρεση μέσα στα βορβορώδη βάθη του πολιτικού συστήματος και ο καταλληλότερος πρωθυπουργός της μεταπολίτευσης.

Δεν πετάω στα σύννεφα. Αντιλαμβάνομαι απόλυτα την ανάγκη ύπαρξης πολιτικού ρεαλισμού, ειδικά στην σημερινή πραγματικότητα των “κυβερνήσεων συνεργασίας”, όταν μάλιστα αυτές έχουν απέναντί τους έναν διόλου ανέξοδο –να ‘στε σίγουροι–, ξεδιάντροπο λαϊκισμό.

Η εικόνα όμως που βλέπω να εκφράζει ο τωρινός ανασχηματισμός είναι η realpolitik στην πιο κυνική της μορφή - θα τρίζουν τα κόκκαλα του Bismarck...

Αν ο κ. Χαρδούβελης είναι το βήμα μπροστά, αστείοι, απαίδευτοι, εξυπνάκηδες πολιτικάντηδες όπως ο κ. Ντινόπουλος, ο κ. Γιακουμάτος (σε ποια ανάπτυξη μπορεί να συνεισφέρει ο κ. Γιακουμάτος), ή η κ. Βούλτεψη, γραφικές φιγούρες που νόμιζα πως είχαν πλέον περιοριστεί σε τηλεοπτικά πάνελ και αυτιάδες, είναι τα δυο βήματα πίσω.

Την πρίζα κάποιος…


ΒΧ

3/5/14

Τι διάολο είχε στο μυαλό Του;

Για τον Μεγαλοδύναμο εκεί πάνω λέω. 

Γιατί αφήνει να συμβαίνουν τραγωδίες όπως αυτή η ναυτική στην Κορέα, η αεροπορική στον Ινδικό ή εκείνη η απίστευτη με τον μεγάλο σεισμό και το τσουνάμι στην Ινδονησία;

Και τώρα άλλη μια. Στο Αφγανιστάν. Όπου φτωχός κι η μοίρα του…

Γιατί επιτρέπει να χαθούν τόσες αθώες ψυχές;

Μια τρομακτική τραγωδία, πριν 260 χρόνια στη Λισαβόνα –όταν τον σεισμό και το τσουνάμι ακολούθησε και φωτιά με αποτέλεσμα να χαθούν περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι–, έδωσε την αφορμή στον Βολταίρο να γράψει, το 1759, το “Candide ou LOptimisme” σατιρίζοντας τη θρησκοληψία.

Αυτό λοιπόν που εξόργισε τότε τον συγγραφέα ήταν οι θρησκευόμενοι της εποχής που θεωρούσαν ότι ο Θεός με τον σεισμό τιμώρησε τη Λισαβόνα.

“Αφού το γράφει καθαρά η Παλαιά Διαθήκη”, έλεγαν, “για την Οργή του Θεού. Να, με τέτοιες καταστροφές τιμωρεί ο Πανάγαθος τους αμαρτωλούς. Πάντα θα υπάρχει Θεία Δίκη”, φώναζαν.

Τα ίδια ακούγονται πάλι. Και όχι μόνο στις εκκλησίες.

Ναι, αλλά γιατί μόνο τη Λισαβόνα τότε; Γιατί την Ινδονησία το 2004, ή τη Μαλαισία, την Κορέα και το Αφγανιστάν φέτος; Γιατί απροστάτευτους και αθώα παιδιά;

Όπως και τότε έτσι και σήμερα, ακόμη και οι πιο δογματικοί δεν μπορούν ν’ απαντήσουν σε ερωτήσεις σαν κι αυτές. Η πιο απλή απάντηση είναι ίσως εκείνη που είχε δώσει πολύ νωρίτερα, τον 12ο αιώνα, ο θεολόγος Mosheh ben Maimon, γνωστός σε μας ως Μαμονίδης (Maimonides).

Έλεγε λοιπόν ο Εβραίος σοφός ότι οι φυσικές καταστροφές δεν έχουν άλλη εξήγηση πέρα απ’ αυτή που θέλει το Υπέρτατο Ον να μας έχει βάλει σ’ έναν φυσικό κόσμο και να έχει ουσιαστικά προκαθορίσει τις παραμέτρους του. Έναν κόσμο μέσα στον οποίο γεννιούνται πλανήτες, συμβαίνουν σεισμοί και τραγωδίες και χάνονται ψυχές.

Οτιδήποτε διαφορετικό θα σήμαινε ότι δεν θα ήμασταν άνθρωποι. Δεν θα νιώθαμε τίποτε. Ούτε χαρά, ούτε λύπη, ούτε πόθο, ούτε πόνο, ούτε δημιουργικότητα, ούτε αγάπη – κάτι σαν τους στοιχειωμένους Πειρατές της Καραϊβικής, ένα πράγμα, αλλά χωρίς τα μαύρα δόντια.

Μ’ άλλα λόγια, θα ήμασταν άγγελοι, τερματικά του Θεού, προγραμματισμένοι απλώς να Τον υμνούμε…

BX

4/4/14

Δυο μπρος, ένα πίσω

Τώρα για να καταλάβω, και με συγχωρείτε κιόλας, το γεγονός ότι δυο καφενόβια φασιστοειδή κουβεντιάζουν on (candid) camera και το φασιστοειδές #1 προσπαθεί να εκμαιεύσει από το φασιστοειδές #2 αυτό που το φασιστοειδές #1 είχε σκοπό εξαρχής να καταγράψει, ενώ το φασιστοειδές #2, θέλοντας και να το παίξει και σπουδαίος, συμφωνεί με το φασιστοειδές #1 πως “δεν υπάρχουν στοιχεία για την δίωξη της ΧΑ και ότι αυτή έγινε με πολιτική εντολή”, κάνει τα λεγόμενα του φασιστοειδούς #2 αληθινά;

Να το πω πιο απλά; 

Το ότι ο ανεκδιήγητος Μπαλτάκος λέει στον Κασιδιάρη πως δεν υπάρχουν ενοχοποιητικά στοιχεία για τη ΧΑ σημαίνει πως πράγματι δεν υπάρχουν;
   
Πάμε παρακάτω με σύντομες Q&A, γιατί είμαστε και μεγάλοι άνθρωποι και πάσχουμε κι οι περισσότεροι από ADD.

Εγώ σίγουρα…

Μπορεί τα πράγματα να είναι όπως τα λέει ο Μπαλτάκος;
Ναι, μπορεί.

ΕΙΝΑΙ τα πράγματα όπως τα λέει ο Μπαλτάκος;
Δεν το γνωρίζω, δεν έχω τρόπο να το γνωρίζω.

Πώς γίνεται και να “χαϊδεύεις” τη ΧΑ και να θες να την εξαφανίσεις “παρεμβαίνοντας στο έργο της δικαιοσύνης”;
Δεν έχω απάντηση – διαφωτίστε με οι σοφότεροι.

Έκανε / κάνει η Δικαιοσύνη τη δουλειά της;
Ναι, αλλιώς κάτι θρασύδειλα τυπάκια όπως αυτά που προκαλούν απερίγραπτα εντός και εκτός Κοινοβουλίου, κλωτσάνε ανθρώπους, σπάνε κάμερες και αναποδογυρίζουν πάγκους θα ‘ταν κι αυτά ήδη στη μπουζού, απλώς “με εντολή Σαμαρά”.

Έχει ευθύνη ο πρωθυπουργός για την τοποθέτηση Μπαλτάκου σ’ αυτή τη θέση; 
Ναι, 100%. Όφειλε να ξέρει “τι φίδι έτρεφε στον κόρφο του”. Αν δεν το ήξερε, είναι ακόμη χειρότερα.

Είναι η ΧΑ ναζιστική / εγκληματική οργάνωση;
Ναι. Χάρη μάλιστα σε συστηματική, αθόρυβη δουλειά εκ μέρους των ανακριτών, ακόμη βγαίνουν στην επιφάνεια αδιάσειστα στοιχεία και ντοκουμέντα για την εγκληματική δράση της συμμορίας. Και όποιος το αμφισβητεί αυτό είτε έχει πολύ κοντή μνήμη, είτε καίγεται να κάνει outing – ας το κάνει κι ας μας αφήσει να πάμε παρακάτω.

Έχει όλη σχεδόν η αντιπολίτευση (με εξαίρεση τους γνωστούς υστερόβουλους, ψοφοδεείς γραφικούς) δεχτεί τα παραπάνω στοιχεία και ψηφίσει για την άρση ασυλίας “βουλευτών” της ΧΑ;
Ναι.

Είναι λογικό να αντιμετωπίζουμε τώρα τους χρυσαυγίτες ως θύματα ανακριτικής σκευωρίας, δικονομικής πλεκτάνης, προμελετημένης μεθόδευσης, αντισυνταγματικών πράξεων, ή δεν ξέρω τι άλλο;
Όχι. Πώς είναι δυνατόν να μετατρέπουμε στυγερούς θύτες σε ανυπεράσπιστα θύματα; Και ποιους; Αυτούς που μέχρι χτες έγραφαν δημοκρατία, σύνταγμα και δικαιοσύνη στα θλιβερά αναπαραγωγικά τους όργανα;

Δυο βήματα μπρος εξακολουθεί να κάνει αυτή η χώρα κι ένα πίσω.

Πάλι καλά. Γιατί μέχρι πρόσφατα συνέβαινε το αντίθετο…

ΒΧ

3/9/13

Syriana

Ο παραλληλισμός της σημερινής σχέσης της Δύσης με το Ισλάμ, με τις Σταυροφορίες του Μεσαίωνα είναι προφανής. Κυνικότεροι δε από εμένα θα έγραφαν πως το αναζητούμενο Ιερό Δισκοπότηρο πάντα ήταν ο πλούτος της Μέσης Ανατολής, σε στερεή ή υγρή μορφή, ενώ το πρόσχημα η Θρησκεία.

Ωστόσο, η άλλη σταθερά παραμένει η μισαλλοδοξία του ισλαμισμού που από μια ειρηνική θρησκεία, εξαιτίας του διαχρονικού φονταμενταλισμού των περισσότερων κληρικών της, μεταλλάχθηκε γρήγορα σε φανατισμένο jihad απέναντι σε οτιδήποτε Δυτικό. 

Αυτό και το γεγονός ότι οποιασδήποτε χώρας η πολιτική εξουσία έπεσε στα χέρια ιμάμηδων, αγιατολάχ, ταλιμπάν, μουσουλμάνων αδελφών, ξαδέλφων ή συννυφάδων, η χώρα αυτή έχει πάει κατά διαόλου – ή όπου εν πάση περιπτώσει καταλήγουν οι εχθροί του Προφήτη.

Γι αυτό μου κάνει μεγάλη εντύπωση το ότι υπάρχουν ακόμη κάποιοι που επιθυμούν διακαώς, στην κυριολεξία μάλιστα, κι άλλες πλατείες να γίνουν Ταχρίρ, ή έστω το Λιβυκό ή Συριακό τους αντίστοιχο. Οι ίδιοι παραπλανημένοι κάποιοι θεωρούν παράλληλα πως οτιδήποτε κι αν κάνει η Δύση είναι λανθασμένο αν όχι κατάπτυστο.

Ειδικά η Αμερική. Γιατί στην Αμερική οι αποφάσεις παίρνονται από βλάκες. Ή από φονιάδες λαών. Γιατί η Αμερική και ο κοινός νους είναι έννοιες που η μια αναιρεί την άλλη. Γιατί η Αμερική κατοικείται από ηλίθιους. 

Βέβαια, οι ίδιοι κάποιοι ούτε που ενδιαφέρονται ν’ αφήσουν ενοχλητικά στοιχεία γνωστά και ως «αδιαμφισβήτητα γεγονότα» να τους αλλάξουν την πεποίθηση ότι οι Αμερικανοί (και το δουλοπρεπές, πειθήνιο όργανό τους, το ΝΑΤΟ) είναι αιμοσταγείς, συμφεροντολόγοι, ιμπεριαλιστές. 

Ούτε ότι κάθε δικτατορίσκος που κάνει τώρα κουμάντο, νεποτικώ δικαίω, στο μαγαζί που του άφησε ο μπαμπάς του είναι αδικημένος, αναξιοπάσχων, δημοκρατικός, λαοπρόβλητος, ασκητικός, πεφωτισμένος ηγέτης ο οποίος δεν θέλει τίποτε άλλο από την ευημερία του λαού του.

Οι ίδιοι αυτοί κάποιοι συνεχίζουν να πιστεύουν πως τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 σχεδιάστηκαν από τους Εβραίους και τη CIA προκειμένου οι Αμερικανοί να βρουν το πρόσχημα που χρειάζονταν για να επιτεθούν σε άκακα, φιλειρηνικά, δημοκρατικά μουσουλμανικά κράτη για να τους κλέψουν το πετρέλαιο. 

Το οποίο πετρέλαιο, όσο καθορίζει τη ζωή μας, προτιμώ να είναι σε χέρια καπιταλιστών παρά σ’ εκείνα που κόβουν αυτά που δεν συμφωνούν μαζί τους.

Παρένθεση: αν ήμουν πάντως Εβραίος θα ένιωθα κατάφωρα προσβεβλημένος. Αν είναι δυνατόν ν’ άφηνα τη CIA που, όπως οι ίδιοι κάποιοι επίσης λένε, έχει θαλασσώσει κάθε πραξικόπημα το οποίο σχεδίασε, να μου τα κάνει κι εδώ μούσκεμα.

Αν όμως τ’ όνομά μου ήταν Bubba κι ήμουν ο τυπικός εθνικόφρονας Αμερικανός redneck από τη Bible belt κι ήθελα να μιλήσω στους ίδιους κάποιους με τον τρόπο που κι εκείνοι μιλάνε για τους συμπατριώτες μου, θα βρόνταγα τις μπότες σταυρωτά πάνω στο τραπέζι, θ’ άνοιγα ακόμη μια Bud και θα θύμιζα πως: 

«Αν δεν υπήρχαμε εμείς, ρε ανόητα, θλιβερά ανθρωπάκια, σήμερα θα ‘σασταν αποικία του Γ’ Ράιχ, πρωθυπουργός θα ‘ταν ένας Μιχαλολιάκος, τα σχολεία σας θα ‘ταν γερμανικά, τον ελεύθερο χρόνο σας θα “δίνατε” τους γείτονές σας, στέλνοντάς τους στην Καισαριανή και στο Χαϊδάρι, και κάπως έτσι θα ζούσατε τη μίζερη ζωή σας. Κατατρεγμένοι επαναστάτες, σκιαγμένοι φιλήσυχοι μικροαστοί, ή δουλοπρεπείς δοσίλογοι».

Αλλά δεν είμαι.

Όπως και να ‘χει, θεωρώ ότι η λεγόμενη «διεθνής κοινότητα» την οποία όταν δεν κατηγορούμε για επέμβαση (Ιράκ, Αφγανιστάν), κατακρίνουμε για απραξία (Λιβύη, Αίγυπτος) βρίσκεται σε αδιέξοδο.

Αν επέμβει στρατιωτικά στη Συρία, θα ανοίξει ακόμη μια πληγή στη Μέση Ανατολή κινδυνεύοντας να ρίξει λάδι στη φωτιά που τρέφει τους μάρτυρες του jihad, εξαπλώνοντάς τη ακόμη περισσότερο στον δυτικό κόσμο με απρόβλεπτες και καταστροφικές συνέπειες.

Αν δεν επέμβει, τακτικοί και άτακτοι, μάχιμοι και άμαχοι θα συνεχίσουν να τινάζουν ο ένας τον άλλο στον αέρα με κατάληξη, μετά το Ιράν, τον Λίβανο και την Αίγυπτο (έπεται η Ιορδανία), ένα ακόμη κράτος της Μέσης Ανατολής με δυτικίζοντα προσανατολισμό, να πέσει στα χέρια ημίτρελων, θρησκόληπτων, αδιάλλακτων ιμάμηδων, ή να συνεχίσει να σπαράζεται από εμφύλιο.

Τέλος, δεν θα εκπλαγώ καθόλου αν, παρά τους σπασμωδικούς χειρισμούς του επηρμένου και αλαζονικού συριακού καθεστώτος, ως "κακός" της υπόθεσης εξελιγχθεί τελικά η άλλη πλευρά.

ΒΧ

21/7/13

Φορολογικές Δηλώσεις 101

Γιατί πρέπει να είναι τόσο απίστευτα πολύπλοκη η συμπλήρωση μιας φορολογικής δήλωσης ενός απλού φυσικού προσώπου; Αν ένας σχετικά εύστροφος άνθρωπος χρειάζεται δυο τρία απογεύματα, τι να πουν όσοι δεν έχουν δίπλωμα Πυρηνικού Φυσικού, κολλητούς φοροτεχνικούς, πρόσβαση στους κ. Θεοχάρη και Μαυραγάνη ή λεφτά για πέταμα;



Για παράδειγμα, υποχρέωση να υποβάλλει φορολογική δήλωση έχει, λέει, κάθε φυσικό πρόσωπο εφόσον,

1. το ετήσιο εισόδημά του (διαιρούμενο με το σύνολο της ηλικίας του ιδίου και του/της συντρόφου του, μείον την ηλικία των κατοικίδιων ζώων του) υπερβαίνει τον μέσο όρο των χρημάτων που εισέπραξε (χωρίς νόμιμο παραστατικό) τα τρία τελευταία δίσεκτα χρόνια κατά τουλάχιστον €3.000 (€5.000 αν κατάγεται από οικογένεια Σαρακατσάνων),

1.1. έχει ανήλικα παιδιά που κατοικούν στην ίδια στέγη (κατοικία, διαμέρισμα, μα είναι δωμάτιο αυτό;),

1.2. έχει ενήλικα παιδιά που δεν κατοικούν στην ίδια στέγη (εκτός των ως άνω κτηνοτροφικών ενδιαιτημάτων) ή/και

1.3. έχει ενήλικα παιδιά που κατοικούν στην ίδια στέγη αλλά δεν είναι ποτέ σπίτι.

Οδηγίες για τη συμπλήρωση:

2. Μη χρησιμοποιήσετε αυτή τη δήλωση αν τα έξοδά σας (πλην των προγραμματισμένων εκτάκτων (ή απρογραμμάτιστων τακτικών) ήταν μεγαλύτερα (ή μικρότερα) των εισοδημάτων σας κατά συντελεστή 6,66 (και το αντίστροφο).

3. Πληκτρολογείστε σωστά τις λέξεις «ψιλή» (επί κυριότητας), «πιλοτή» (επί πυλωτής) και «φορολογήσιμη» (αλλά μόνο επί συνιδιοκτησίας συγκυρίου εξ αδιαιρέτου).

4. Μη βάζετε (Χ) όπου σας ζητείται να βάλετε (+) και αντιστρόφως εκτός αν επιθυμείτε:

4.1. να τα κάνετε όλα ξανά από την αρχή ή/και

4.2. η επόμενή σας διεύθυνση να έχει ΤΚ 18122.

5. Συμπληρώστε πρώτα τις στήλες 14-24 (αλλά με τους κωδικούς Ε1-Ε9 ανεστραμμένους) και εν συνεχεία τις υπόλοιπες, ξεκινώντας από τις ζυγές (αντίστροφα αν πρόκειται για μονές).

6. Για περισσότερες πληροφορίες τηλεφωνήστε μεταξύ 06:30–06:45 (06:30–06:35 τις εργάσιμες) στο 210-33.ΜΙΛΑΕΙ.

ΒΧ

9/6/13

Μια βραδιά στο θέατρο

Να ξεκαθαρίσω πρώτα πως η σχέση μου με το θέατρο, για λόγους που θα γίνουν προφανείς στη συνέχεια, δεν είναι ακριβώς ερωτική. Δεν είναι καν πλατωνική. Έτσι, όταν η φίλη και συνάδελφος στα όπλα της Hellas Direct, Χριστίνα Μ., μου πρότεινε να πάω να δω το «Ανασφάλλω», την παράσταση που έγραψε και στην οποία παίζει η ίδια (για την ακρίβεια, «αν είσαι εδώ και αντέχεις κουλτούρα», είπε) πήγα.

Η τελευταία φορά που βρέθηκα στο θέατρο θα πρέπει να ‘ταν στο Λονδίνο, όταν με ανάγκασαν να δω το “The Caine Mutiny” με τον Charlton Heston. Ή μήπως ήταν το “The Heston Mutiny” με τον Michael Caine; Δεν έχει και πολύ σημασία γιατί δεν θυμάμαι και πολλά. Στην Ελλάδα δε, το τελευταίο θεατρικό έργο που είδα ήταν το “Sleuth,  με τον Δημήτρη Χορν και τον Αλέκο Αλεξανδράκη – όταν ζούσαν φυσικά και σε ασπρόμαυρο, σε θέατρο της οδού Αμερικής.

Για λόγους που δεν συμφωνούν με τη λογική, θεωρώ το θέατρο προσποιητό κι αυτό είναι αδύνατον να το ξεπεράσω. Ηθοποιός μπορεί να σημαίνει φως, αλλά για μένα θέατρο σημαίνει ηθοποιοί έντονα φωτισμένοι και υπερβολικά μακιγιαρισμένοι που μιλάνε αφύσικα φωναχτά, κοιτώντας στο υπερπέραν ή κάπου στο σκοτάδι πίσω μου, και πηγαινοέρχονται στη σκηνή βροντώντας τα πόδια τους.

Κι έπειτα είναι κι αυτοί οι περίτεχνοι διάλογοι…

Διότι, στο θέατρο κανείς δεν ρωτάει, για παράδειγμα, «τι ώρα είναι;» Όχι, η ερώτηση είναι «αναρωτιέμαι: [περπατάει, βροντώντας τα πόδια του, προς την άλλη άκρη της σκηνής] θα ήταν άραγε αυτή η καλύτερη στιγμή να ρωτήσω τον Τζον (στο θέατρο ο πρωταγωνιστής δεν λέγεται ποτέ Μήτσος ή Αργύρης, είναι πάντα Τζον, ή έστω Πίτερ) “τι ώρα είναι;” ή μήπως κινδυνεύω να φανώ παράτολμος; Ε, λοιπόν, θα το τολμήσω! Τζον, τι ώρα είναι, αλήθεια;»

Με την απάντηση να μην είναι βέβαια απλώς «11 και 10», αλλά «μα την πίστη μου, Πίτερ! Θαρρώ πως είναι ήδη περασμένες 11. Μα και βέβαια! Είναι 11 και 10, μα τον Δία», ή κάπως έτσι.

Άσε τα μέρη. Γιατί άραγε όλα τα καινούρια θέατρα πρέπει να ‘ναι στο ορθόν της Αθήνας; Αν δεν μπορούν να είναι στην οδό Αμερικής, χάθηκε ο κόσμος να ‘ναι στη Γλυφάδα, στην Κηφισιά, στην Πολιτεία εν ανάγκη; Τούτο δω το Αργώ, που ήταν παρ’ όλα αυτά μια χαρά θέατρο, βρισκόταν στο Μεταξουργείο, αλλά το περιβάλλον γύρω έφερνε πιο κοντά στο Ελμπασάν.

Έχοντας λοιπόν φτάσει στο Μεταξουργείο, παρακάμπτοντας το Athens Pride στο Σύνταγμα, ελισσόμενος ανάμεσα σε εκατοντάδες σακίδια και κάλτσες/πέδιλα στα σοκάκια της Πλάκας και διασχίζοντας πολύ προσεκτικά το σουκ της Σωκράτους, μπήκα στο θέατρο όχι και με τόσο καλή διάθεση και με το αντίθετο της προσμονής, όπως κι αν λέγεται αυτό.

Η θέση μου ήταν ευτυχώς βολική, κοντά δηλαδή στον διάδρομο – μετά τον εφιάλτη που σε βρίσκει γυμνό και αδιάβαστο στο σχολείο, ο χειρότερος δικός μου είναι να κάθομαι κάπου στη μέση και να μη μπορώ να φύγω. Θέατρο είναι αυτό; Σινεμά; Γήπεδο; Η Lufthansa; ΚΤΕΛ; Οτιδήποτε…

Βέβαια, όταν έσβησαν τα φώτα, η κυρία που καθόταν δίπλα μου μετακινήθηκε μια θέση πιο κει, κίνηση που με θορύβησε, αλλά την αποδίδω στην αναζήτηση εκ μέρους της μεγαλύτερης άνεσης –άσε που ο κόσμος είναι και κουτσομπόλης, αγάπη μου–, ενώ λίγο αργότερα, κάποιος καθυστερημένος –μισώ τους καθυστερημένους στα θέατρα, τους θεατές ειδικά– κάθισε ακριβώς πίσω μου και φταρνίστηκε δυνατά στον σβέρκο μου.

Πέρασα όμως ωραιότατα, μα τον Δία! Μάλιστα, άκουσα και τα περισσότερα απ’ όσα φώναζε η Χριστίνα, περπατώντας ξυπόλητη και δυνατά πάνω κάτω. Μόνο η Χριστίνα μίλαγε, οι άλλοι χόρευαν. Και πόσο όμορφα! Όχι, αλήθεια. Οι χορογραφίες του Τάσου Μπεκιάρη ήταν, για μένα τουλάχιστον που στους χορούς έχω μείνει σ’ αυτόν του Ψαρόγιαννου, άντε και σ’ εκείνον του Alan Bates, ανάλογα πρωτότυποι, ευρηματικοί και αντάξιοι του κειμένου της Χριστίνας.



Εντάξει, τα παιδιά έπεφταν κάτω πολύ –σκόπιμα ελπίζω– χωρίς να δείχνουν ότι πονάνε, είχε κάτι μυστήριες παύσεις και σκοτάδια, ύστερα βγήκε απ’ το πλάι μια μαυροφορεμένη κοπέλα με εξαιρετική φωνή και το καταπληκτικό όνομα Eova Crow που τραγούδησε ένα ωραίο κομμάτι a capella, μετά όλοι έβγαλαν τα ρούχα τους κι έμειναν με τα εσώρουχα, γεγονός που δεν με πολυχάλασε γιατί τα κορίτσια ήταν όμορφα και με υπέροχα σώματα και τα αγόρια καλογραμμωμένα, με την καλή έννοια, και μετά άναψαν τα φώτα και βγήκε όλος ο θίασος επί σκηνής, που λένε, και χειροκροτήσαμε θερμά και παρατεταμένα.

Κρίμα δε που το «Ανασφάλλω» ανέβηκε στην Αργώ για τρεις μόνο μέρες. Από την άλλη, αν έτρεχε πιο πολύ οι χορευτές της Load Dance Company θα ‘χαν γίνει μπλαβί απ’ το πέσιμο.

Κι εκεί λοιπόν που έλεγα πριν πως το πιθανότερο θα ήταν να φύγω στο διάλειμμα έχοντας μέχρι τότε ζήσει μια ακόμη εξωσωματική εμπειρία απ’ αυτές που ζω μεγαλώνοντας σ’ έναν κόσμο που παραμένει νέος, κάθισα και το είδα όλο το έργο.

Ή έτσι νομίζω τουλάχιστον. Εκτός κι αν έφυγα στο διάλειμμα χωρίς να το καταλάβω. Αλλά πάλι, στο “Sleuth” δεν θυμάμαι να ‘χαν ανάψει όλα τα φώτα, να ‘χε βγει όλος ο θίασος στη σκηνή (εντάξει, ατυχές παράδειγμα, σ’ εκείνο μόνο ο Χορν και ο Αλεξανδράκης έπαιζαν), και να χειροκροτούσε θερμά και παρατεταμένα ο κόσμος στο διάλειμμα. Με ανησύχησε πάντως το γεγονός ότι ορισμένοι παρέμειναν καθισμένοι… Να θυμηθώ να ρωτήσω τη Χριστίνα.


ΒΧ 

30/5/13

Σκόρπιες αναμνήσεις από 50 Ράλυ Ακρόπολις

Νομίζω πως η πρώτη μου ανάμνηση από το Ράλυ Ακρόπολις θα πρέπει να ‘ταν το ’63. Με είχε πάει ο πατέρας μου να δούμε τη δεξιά «στροφή» στον ανήφορο, μετά τα διόδια της Ελευσίνας. Τότε βέβαια η εθνική είχε μια λωρίδα ανά κατεύθυνση, χωρίς βέβαια διαχωριστικό ανάμεσα.

Θυμάμαι λοιπόν εκεί την Pat Moss, αδελφή του Stirling που μετά παντρεύτηκε τον μεγάλο Erik CarlssonPat, όχι ο Sir Stirling) με Ford Lotus Cortina, τον Αλέξανδρο Μανιατόπουλο («Υψηλάντη» τότε) με NSU Spider Wankel και τα Mini Cooper των Rauno Aaltonen και Paddy Hopkirk, αν δεν κάνω λάθος.

Θυμάμαι να ακολουθούμε, πάλι με τον πατέρα μου, στα λιμανάκια της Βουλιαγμένης, έναν Περατικό με BMW 700 Coupe και να σκέφτομαι ότι δεν πάνε δα και τόσο γρήγορα τα αγωνιστικά.

Θυμάμαι να περιμένω στον Φλοίσβο, στην παραλιακή, και να πατάω το κουμπί στο φανάρι για τους πεζούς κάθε φορά που έβλεπα αγωνιστικό να πλησιάζει. Θα πρέπει να ‘χα σταματήσει τα περισσότερα –βλέπετε το κουμπί τότε ήταν συνδεδεμένο με κάτι με αποτέλεσμα– αλλά αυτό που θυμάμαι εντονότερα ήταν η κόκκινη Ferrari 250 GT του Άλκη Μίχου.

Θυμάμαι τις Citroen DS 19 των Jean-Claude Ogier (καμία σχέση με τον Sébastien) και René Trautmann, νύχτα στη Μαραθώνος, στο πρατήριο της Mobil δίπλα στο κέντρο Νέα Ζωή, στο Πικέρμι.

Θυμάμαι στο πρώτο Ακρόπολις που παρακολούθησα ολόκληρο, το ’71 (οδηγώντας κάθε μέρα και διαφορετικό αυτοκίνητο - ένα Vauxhall Viva με τρεις ταχύτητες στο τιμόνι, ένα Peugeot 204, ένα Peugeot 404 κι ένα Autobianchi A112 με ξεχασμένα ψάρια στο πορτ μπαγκάζ), τον Ove Andersson (ή μήπως ήταν ο Jean-Luc Therier;) με την Alpine A110 να φτάνει στην πρώτη αριστερή κατηφορική φουρκέτα μετά το δέντρο στη μέση, στο χωμάτινο Αλεποχώρι τρεις φορές πιο γρήγορα απ’ ό,τι περιμέναμε.

Θυμάμαι τον Α. Μανιατόπουλο, τον Κ. Καββαθά και τον Τ. Πιρπιρή να στέκονται στο εσωτερικό της ίδιας φουρκέτας και να γίνονται από τη σκόνη κουραμπιέδες.

Θυμάμαι τη Citroen DS 21 του αυστριακού Richard Bochnicek, νύχτα στην ασφάλτινη ΕΔ του Αγίου Στεφάνου (από το χωριό προς το φράγμα του Μαραθώνα), με τους προβολείς της να φωτίζουν μια δεξιά και μια αριστερά αφού, όπως άλλωστε και στις Alpine, τα φώτα ακολουθούσαν το τιμόνι.
    
Θυμάμαι, ξημέρωμα μέσα στο κατηφορικό ασφάλτινο Σούλι, περιμένοντας να φανεί –ακουστεί, καλύτερα– το πρώτο απ’ τα αυτοκίνητα που ολοκλήρωναν το νυχτερινό loop της Πελοποννήσου και τον ήχο των Fiat 124 Sport Spider.

Θυμάμαι την ίδια χρονιά να ‘χουμε καταφέρει να μείνουμε, με τον Κλέανθη Τ., τελείως άφραγκοι και να ‘χω αναγκαστεί να περάσω από τον οικογενειακό φίλο Τάκη Κουνινιώτη, καλή του ώρα, στο Αίγιο για να δανειστώ ένα κατοστάρικο για βενζίνη.

Θυμάμαι, τα χρόνια που ζούσα στην Αγγλία, να παίρνω πάντα την άδειά μου έτσι ώστε να είμαι εδώ στο Ακρόπολις και πάντα να έρχομαι οδικώς. Με αποτέλεσμα βέβαια να περνάω όλο το υπόλοιπο καλοκαίρι στο βροχερό Λονδίνο.

Θυμάμαι, τις μέρες πριν τον αγώνα, να χρησιμοποιούμε ένα σωρό τεχνάσματα για να μπαίνουμε στα ξενοδοχειακά συγκροτήματα στα Αστέρια της Γλυφάδας, στον Αστέρα της Βουλιαγμένης ή στο Λαγονήσι για να δούμε από κοντά οδηγούς και αυτοκίνητα.

Θυμάμαι να θέλουμε από τότε να γίνουμε δημοσιογράφοι και να ‘χουμε γράψει στο Motor προτείνοντας να καλύψουμε τον αγώνα για το βρετανικό περιοδικό! Οι άνθρωποι φυσικά μας απάντησαν, φυσικά αρνητικά. Εμείς όμως κόψαμε, από το γράμμα που μας έστειλαν, το λογότυπο του περιοδικού, το κολλήσαμε στο παρμπρίζ του Fiat 128 3P του Κλεάνθη και κάναμε τους δημοσιογράφους. Μέχρι που φτάσαμε σε μια νυχτερινή ΕΔ στην Πελοπόννησο όπου παρά τα «αφήστε μας, κύριε, να κάνουμε τη δουλειά μας», τα βρήκαμε μπαστούνια από τον βετεράνο κριτή Γιαννικώστα.   

Θυμάμαι μετά να κάνω κάθε χρόνο τα γλυκά μάτια στην αξέχαστη Πέγκυ Τρικάκου για να έχω διαπίστευση.

Θυμάμαι, την εποχή που τρέχαμε να προλάβουμε κάθε ΕΔ, να ‘χουμε καταγράψει τόσο σωστά τις αιχμηρές λακκούβες στη διαδρομή από τη Θήβα στην Ξηρονομή, ώστε στον αγώνα να πέσουμε μέσα σ’ όλες.

Θυμάμαι τους ανατολικογερμανούς με τα Trabant 601 και τα Wartburg 353 να πηγαίνουν αέρα στις κατηφόρες, με πρώτο και καλύτερο έναν Niebergall.

Θυμάμαι να «βγάζουμε», μαζί με τον Κλεάνθη, τα σέρβις της εργοστασιακής ομάδας της Peugeot, και τον Jean Todt, συνοδηγό τότε του Timo Makinen, να προσπαθεί να πει τη Μακρυράχη γαλλικά – Μακγιγαγί.  

Θυμάμαι τους ύπνους μέσα στα αυτοκίνητα στην Ασπροκλησιά, στη Συκαμινιά, στην Κλεισούρα…

Θυμάμαι τη μονομαχία Bjorn Waldegard (Escort) και Bernard Darniche (Stratos) και το οδήγημα και των δυο με φθαρμένα τρακτερωτά, ξημέρωμα στον βρεγμένο ασφάλτινο Λάδωνα.

Θυμάμαι το στήθωμα στο ανέβασμα του Πρόδρομου με τα μπροστοκούνητα να μένουν σκάβοντας στο ίδιο μέρος.

Θυμάμαι την πρώτη φορά που είδα Audi quattro σε ανηφορική φουρκέτα.

Θυμάμαι να βλέπω στον καθρέφτη του Range Rover τον Δημήτρη Π. και τις πατερίτσες του (είχε σπασμένο πόδι ή κάτι τέτοιο) να ίπτανται στο πίσω κάθισμα όταν πέρασα τη σιδηροδρομική διάβαση ανάμεσα σε Ομβριακή και Μακρυράχη με όσα ερχόμουν – πολλά.

Θυμάμαι, σε πρατήριο της Λαμίας, να έχω ξεχάσει την τάπα του ίδιου Range Rover στη σκεπή με αποτέλεσμα να ‘χει αδειάσει η μισή βενζίνη από τις πρώτες κιόλας στροφές προς Δομοκό – την κλείσαμε μετά μ’ ένα πλαστικό μπουκάλι από ασετόν και κάτι πανιά.

Θυμάμαι τους τοπικούς, νύχτα στον Αλιάκμονα, να λένε κάτι ωραία όπως «ου Μίκουλα ιέχ' σπάσι του διαφορτκό του», «ου Ιαβέρς βάζει;» ή «πιθανουλουγώ πρόβλημα με τουν Σιρόκου γιατί είν’ αρχιδάτους οδηγουός».

Θυμάμαι άλλους τοπικούς να δείχνουν το Rover 3500 V8 που είχα φέρει εκείνη τη χρονιά και να φωνάζουν «όρε, το νι 8!»

Θυμάμαι τα παιδιά στις διασταυρώσεις μέσα στην Καρδίτσα να μας φωνάζουν με απλωμένα χέρια «αυτουκουλήτ, αυτουκουλήτ!»

Θυμάμαι τον Γιώργο Μοσχού να μην ισιώνει πουθενά στο κατέβασμα της Τσούκας.

Θυμάμαι τον Στράτη Χ. να φτάνει σ’ έναν τερματισμό παλιάς Κινέτας μέσα στη σκόνη μιας ιταλικής Celica, που φαίνεται πως τον πήγαινε καρότσι, και να φωνάζει έξαλλος στον οδηγό της «γιου καταστρόφ μι, γιου καταστρόφ μι!»

Θυμάμαι αγαθό γέροντα, στην εκκίνηση μιας νυχτερινής Ευρωστίνας, να φωνάζει στο παράθυρο της Ένης Σεφερλή (Alpine A110) «να προσέχς κει πάνου κοπελούδα μου, είν’ παλιόδρουμος!»

Θυμάμαι να ψάχνουμε πριν τον αγώνα για ωραία, άγνωστα μέρη για να είμαστε μόνοι μας και τη μέρα του αγώνα να ‘χει εκεί μέχρι και καντίνες.

Θυμάμαι που δεν μας ένοιαζε η σκόνη που τρώγαμε και που κουβαλούσαμε μαζί μας σαπούνια και σαμπουάν για να λουζόμαστε σε βρύσες και πηγές.

Θυμάμαι τον τερματισμό στον Γαλατά και την επιστροφή του ράλυ στον Φλοίσβο, τη χρονιά της Michelle Mouton.

Θυμάμαι το πέρασμα αγωνιζομένων και δημοσιογράφων με πλοίο από την Κόρινθο στην Ιτέα. Οι οργανωτές τότε ήταν ευρηματικοί.

Θυμάμαι μια χρονιά που είπαμε να πάμε με μοτοσυκλέτες κι έβρεχε συνέχεια.

Θυμάμαι τον Αρμαγεδδώνα στο σπαστήρι του Υμηττού (’86;)

Θυμάμαι, μάλλον την ίδια χρονιά, να έχει ΕΔ στη Βάρη, στα Γλυκά Νερά, στην Καλλιτεχνούπολη, στον Διόνυσο και στη Βουλιαγμένη, στους χωματόδρομους πάνω από τα λιμανάκια.

Θυμάμαι μια χρονιά να ‘χουν απεργία οι βενζινοπώλες, οι βυτιοφορείς, οι μανάδες τους, δεν θυμάμαι ποιος, και να ‘χει βγάλει ιδιωτικά βυτιοφόρα έξω, πολλές φορές στη μέση του πουθενά, ο Βαρδινογιάννης για ανεφοδιασμό αγωνιζομένων και παρατρεχάμενων.

Θυμάμαι μια βόλτα που με είχε πάει στην Ανάβυσσο ο Miki Biasion μ’ ένα Escort αφού πρώτα του είχε πει η κ. Πόπη «αυτός εδώ λέει πως δεν πάνε πια τα χέρια σου».

Σταματάω εδώ για να φτιάξω ένα φασκόμηλο κι έχω μετά να ακονίσω τις βελόνες του γραμμοφώνου μου. Ή κάτι τέτοιο, δεν θυμάμαι.


ΒΧ