9/6/13

Μια βραδιά στο θέατρο

Να ξεκαθαρίσω πρώτα πως η σχέση μου με το θέατρο, για λόγους που θα γίνουν προφανείς στη συνέχεια, δεν είναι ακριβώς ερωτική. Δεν είναι καν πλατωνική. Έτσι, όταν η φίλη και συνάδελφος στα όπλα της Hellas Direct, Χριστίνα Μ., μου πρότεινε να πάω να δω το «Ανασφάλλω», την παράσταση που έγραψε και στην οποία παίζει η ίδια (για την ακρίβεια, «αν είσαι εδώ και αντέχεις κουλτούρα», είπε) πήγα.

Η τελευταία φορά που βρέθηκα στο θέατρο θα πρέπει να ‘ταν στο Λονδίνο, όταν με ανάγκασαν να δω το “The Caine Mutiny” με τον Charlton Heston. Ή μήπως ήταν το “The Heston Mutiny” με τον Michael Caine; Δεν έχει και πολύ σημασία γιατί δεν θυμάμαι και πολλά. Στην Ελλάδα δε, το τελευταίο θεατρικό έργο που είδα ήταν το “Sleuth,  με τον Δημήτρη Χορν και τον Αλέκο Αλεξανδράκη – όταν ζούσαν φυσικά και σε ασπρόμαυρο, σε θέατρο της οδού Αμερικής.

Για λόγους που δεν συμφωνούν με τη λογική, θεωρώ το θέατρο προσποιητό κι αυτό είναι αδύνατον να το ξεπεράσω. Ηθοποιός μπορεί να σημαίνει φως, αλλά για μένα θέατρο σημαίνει ηθοποιοί έντονα φωτισμένοι και υπερβολικά μακιγιαρισμένοι που μιλάνε αφύσικα φωναχτά, κοιτώντας στο υπερπέραν ή κάπου στο σκοτάδι πίσω μου, και πηγαινοέρχονται στη σκηνή βροντώντας τα πόδια τους.

Κι έπειτα είναι κι αυτοί οι περίτεχνοι διάλογοι…

Διότι, στο θέατρο κανείς δεν ρωτάει, για παράδειγμα, «τι ώρα είναι;» Όχι, η ερώτηση είναι «αναρωτιέμαι: [περπατάει, βροντώντας τα πόδια του, προς την άλλη άκρη της σκηνής] θα ήταν άραγε αυτή η καλύτερη στιγμή να ρωτήσω τον Τζον (στο θέατρο ο πρωταγωνιστής δεν λέγεται ποτέ Μήτσος ή Αργύρης, είναι πάντα Τζον, ή έστω Πίτερ) “τι ώρα είναι;” ή μήπως κινδυνεύω να φανώ παράτολμος; Ε, λοιπόν, θα το τολμήσω! Τζον, τι ώρα είναι, αλήθεια;»

Με την απάντηση να μην είναι βέβαια απλώς «11 και 10», αλλά «μα την πίστη μου, Πίτερ! Θαρρώ πως είναι ήδη περασμένες 11. Μα και βέβαια! Είναι 11 και 10, μα τον Δία», ή κάπως έτσι.

Άσε τα μέρη. Γιατί άραγε όλα τα καινούρια θέατρα πρέπει να ‘ναι στο ορθόν της Αθήνας; Αν δεν μπορούν να είναι στην οδό Αμερικής, χάθηκε ο κόσμος να ‘ναι στη Γλυφάδα, στην Κηφισιά, στην Πολιτεία εν ανάγκη; Τούτο δω το Αργώ, που ήταν παρ’ όλα αυτά μια χαρά θέατρο, βρισκόταν στο Μεταξουργείο, αλλά το περιβάλλον γύρω έφερνε πιο κοντά στο Ελμπασάν.

Έχοντας λοιπόν φτάσει στο Μεταξουργείο, παρακάμπτοντας το Athens Pride στο Σύνταγμα, ελισσόμενος ανάμεσα σε εκατοντάδες σακίδια και κάλτσες/πέδιλα στα σοκάκια της Πλάκας και διασχίζοντας πολύ προσεκτικά το σουκ της Σωκράτους, μπήκα στο θέατρο όχι και με τόσο καλή διάθεση και με το αντίθετο της προσμονής, όπως κι αν λέγεται αυτό.

Η θέση μου ήταν ευτυχώς βολική, κοντά δηλαδή στον διάδρομο – μετά τον εφιάλτη που σε βρίσκει γυμνό και αδιάβαστο στο σχολείο, ο χειρότερος δικός μου είναι να κάθομαι κάπου στη μέση και να μη μπορώ να φύγω. Θέατρο είναι αυτό; Σινεμά; Γήπεδο; Η Lufthansa; ΚΤΕΛ; Οτιδήποτε…

Βέβαια, όταν έσβησαν τα φώτα, η κυρία που καθόταν δίπλα μου μετακινήθηκε μια θέση πιο κει, κίνηση που με θορύβησε, αλλά την αποδίδω στην αναζήτηση εκ μέρους της μεγαλύτερης άνεσης –άσε που ο κόσμος είναι και κουτσομπόλης, αγάπη μου–, ενώ λίγο αργότερα, κάποιος καθυστερημένος –μισώ τους καθυστερημένους στα θέατρα, τους θεατές ειδικά– κάθισε ακριβώς πίσω μου και φταρνίστηκε δυνατά στον σβέρκο μου.

Πέρασα όμως ωραιότατα, μα τον Δία! Μάλιστα, άκουσα και τα περισσότερα απ’ όσα φώναζε η Χριστίνα, περπατώντας ξυπόλητη και δυνατά πάνω κάτω. Μόνο η Χριστίνα μίλαγε, οι άλλοι χόρευαν. Και πόσο όμορφα! Όχι, αλήθεια. Οι χορογραφίες του Τάσου Μπεκιάρη ήταν, για μένα τουλάχιστον που στους χορούς έχω μείνει σ’ αυτόν του Ψαρόγιαννου, άντε και σ’ εκείνον του Alan Bates, ανάλογα πρωτότυποι, ευρηματικοί και αντάξιοι του κειμένου της Χριστίνας.



Εντάξει, τα παιδιά έπεφταν κάτω πολύ –σκόπιμα ελπίζω– χωρίς να δείχνουν ότι πονάνε, είχε κάτι μυστήριες παύσεις και σκοτάδια, ύστερα βγήκε απ’ το πλάι μια μαυροφορεμένη κοπέλα με εξαιρετική φωνή και το καταπληκτικό όνομα Eova Crow που τραγούδησε ένα ωραίο κομμάτι a capella, μετά όλοι έβγαλαν τα ρούχα τους κι έμειναν με τα εσώρουχα, γεγονός που δεν με πολυχάλασε γιατί τα κορίτσια ήταν όμορφα και με υπέροχα σώματα και τα αγόρια καλογραμμωμένα, με την καλή έννοια, και μετά άναψαν τα φώτα και βγήκε όλος ο θίασος επί σκηνής, που λένε, και χειροκροτήσαμε θερμά και παρατεταμένα.

Κρίμα δε που το «Ανασφάλλω» ανέβηκε στην Αργώ για τρεις μόνο μέρες. Από την άλλη, αν έτρεχε πιο πολύ οι χορευτές της Load Dance Company θα ‘χαν γίνει μπλαβί απ’ το πέσιμο.

Κι εκεί λοιπόν που έλεγα πριν πως το πιθανότερο θα ήταν να φύγω στο διάλειμμα έχοντας μέχρι τότε ζήσει μια ακόμη εξωσωματική εμπειρία απ’ αυτές που ζω μεγαλώνοντας σ’ έναν κόσμο που παραμένει νέος, κάθισα και το είδα όλο το έργο.

Ή έτσι νομίζω τουλάχιστον. Εκτός κι αν έφυγα στο διάλειμμα χωρίς να το καταλάβω. Αλλά πάλι, στο “Sleuth” δεν θυμάμαι να ‘χαν ανάψει όλα τα φώτα, να ‘χε βγει όλος ο θίασος στη σκηνή (εντάξει, ατυχές παράδειγμα, σ’ εκείνο μόνο ο Χορν και ο Αλεξανδράκης έπαιζαν), και να χειροκροτούσε θερμά και παρατεταμένα ο κόσμος στο διάλειμμα. Με ανησύχησε πάντως το γεγονός ότι ορισμένοι παρέμειναν καθισμένοι… Να θυμηθώ να ρωτήσω τη Χριστίνα.


ΒΧ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου